- ομοκυστινουρία
- ηιατρ. κληρονομική μεταβολική διαταραχή που αφορά τη μεθειονίνη, ένα απαραίτητο στον οργανισμό θειούχο αμινοξύ, και κατά την οποία εμφανίζονται στο πλάσμα τού αίματος μεγάλες συγκεντρώσεις ομοκυστεΐνης και μεθειονίνης, η δε ομοκυστεΐνη οξυδώνεται και απεκκρίνεται στα ούρα ως ομοκυστίνη.
Dictionary of Greek. 2013.